Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η απώλεια είναι μια δύσκολη εμπειρία, άμεσα συνδεδεμένη με τη ζωή, που όλοι θαβιώσουν κάποια στιγμή. Οι απώλειες αγαπημένων προσώπων είναι επώδυνες και ο τρόπος διαχείρισης τους είναι καθοριστικός για τον ψυχισμό και την εξέλιξη του ατόμου. Πολλοί αναρωτιούνται αν τα παιδιά μπορούν να έρθουν αντιμέτωπα με το ζήτημα της απώλειας, κατά πόσο μπορούν να αντιληφθούν και να κατανοήσουν τον θάνατο, αλλά και ποιες συνέπειες θα προκύψουν. Γι’ αυτό μάλιστα πολλοί γονείς αποφεύγουν να μιλήσουν ανοιχτά στα παιδιά τους, αποκρύπτουν την αλήθεια, απλοποιώντας ή ωραιοποιώντας  την κατάσταση.

Έρευνες πάνω στο θέμα της απώλειας έχουν δείξει ότι τα παιδιά βιώνουν την απώλεια και το πένθος, μιλούν γι’ αυτό με συνομήλικους, θέτουν χωρίς αναστολές σχετικά ερωτήματα και μάλιστα πολύ πιο εύκολα απ’ ότι ένας ενήλικας. Αυτό δε σημαίνει βέβαια, ότι τα παιδιά είναι ανθεκτικά και μπορούν μόνα να αντιμετωπίσουν μια πιθανή απώλεια, αλλά ότι είναι σε θέση, μέσα από κατάλληλες προσεγγίσεις, να την κατανοήσουν και να τη διαχειριστούν αποτελεσματικά.

Ανάλογα την ηλικία του παιδιού, η κατανόηση της απώλειας και οι αντιδράσεις σ’ αυτή διαφοροποιούνται. Παρακάτω παρουσιάζονται οι τρόποι αντίληψης του θανάτου ανά αναπτυξιακό στάδιο, σύμφωνα με τη Σχολική Ψυχολόγο, Μαρία Θεοφίλου:

Βρεφική ηλικία (μέχρι 3 ετών): Στην ηλικία αυτή το παιδί δεν αντιλαμβάνεται την έννοια του θανάτου, αλλά συνειδητοποιεί την απουσία και τη θλίψη στο πρόσωπο και τη συμπεριφορά του ατόμου που το φροντίζει. Συνήθως αντιδρά με διαταραχές στον ύπνο και τη διατροφή του, με έντονη αναζήτηση επαφής ή το αντίθετο.

Προσχολική ηλικία (3-6 ετών): Κατά την προσχολική ηλικία το παιδί αντιλαμβάνεται το θάνατο ως αποχωρισμό, αλλά όχι ως μόνιμη, μη αναστρέψιμη κατάσταση. Επίσης, λόγω του έντονου εγωκεντρισμού που τα χαρακτηρίζει σ’ αυτό το στάδιο, μπορεί να θεωρήσουν τον εαυτό τους υπαίτιο για το θάνατο του αγαπημένου τους προσώπου, βιώνοντας ενοχές. Συμπεριφορές που εκδηλώνονται είναι διαταραχές στον ύπνο, φόβος αποχωρισμού του γονέα ή για το σκοτάδι, εκρήξεις θυμού και συμπεριφορές παλινδρόμησης, όπως νυχτερινή ενούρηση, πιπίλισμα δαχτύλου.

Σχολική ηλικία (6-12 ετών): Τα παιδιά συνειδητοποιούν τη μονιμότητα του θανάτου και τον εκλογικεύουν. Συχνά στο στάδιο αυτό δημιουργείται φόβος για το θάνατο των ίδιων ή αγαπημένων προσώπων, ενώ η συνεχής προσπάθεια εκλογίκευσης οδηγεί σε διαταραχές της διάθεσης, άρνηση εκδήλωσης συναισθημάτων, επιθετική συμπεριφορά.

Εφηβική ηλικία (12 ετών και άνω): Οι έφηβοι κατανοούν πλήρως το νόημα του θανάτου. Καταφεύγουν σε φίλους ή στην οικογένεια τους για συμπαράσταση, ενώ άλλες φορές απομονώνονται, αποφεύγοντας να εκδηλώσουν το πένθος τους ή επιδιώκοντας να δείξουν ψύχραιμοι. Συνήθεις αντιδράσεις περιλαμβάνουν εκδηλώσεις άγχους ή θυμού, απαισιοδοξία για το μέλλον, ενώ συχνά παρατηρείται ένα ενδιαφέρον για το θάνατο και την αναζήτηση του νοήματος της ζωής, που τους οδηγεί στη φιλοσοφία.

Ο στόχος των γονέων ή των σημαντικών άλλων, στην περίπτωση απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου, είναι δημιουργώντας το κατάλληλο περιβάλλον, να υποστηρίξουν το παιδί και να το βοηθήσουν να συνειδητοποιήσει την κατάσταση. Μερικές συμβουλές για καλύτερη διαχείριση της απώλειας και του πένθους είναι οι εξής:

  • Πριν εξηγήσουμε στο παιδί τι έχει συμβεί, φροντίζουμε να δημιουργήσουμε ένα κλίμα ασφάλειας, αγάπης, αποδοχής εκφράζοντας θετικά συναισθήματα
  • Ενημερώνουμε το παιδί ορθά, προσπαθώντας να κατανοήσει το γεγονός χωρίς όμως να απλοποιήσουμε την αλήθεια ή να δημιουργήσουμε σύγχυση (π.χ. χρησιμοποιούμε τη λέξη «πέθανε» αντί της έκφρασης «πήγε ταξίδι», γιατί η δεύτερη δημιουργεί την αίσθηση μιας αναστρέψιμης κατάστασης)
  • Ενθαρρύνουμε το παιδί να εκδηλώσει τη θλίψη του, όπως εκείνο θέλει, «χωρίς πρέπει» και «δεν πρέπει»
  •  Δε διστάζουμε να εκδηλώσουμε τα δικά μας συναισθήματα λύπης, αποφεύγοντας όμως ακραίες εκδηλώσεις. Το παιδί συνειδητοποιεί έτσι ότι μοιράζεστε κοινό πόνο, ότι δε θρηνεί μόνο του
  • Τους δείχνουμε ότι είναι φυσιολογικό να μιλούν για το θάνατο, τα ακούμε προσεχτικά και απαντάμε στα ερωτήματά τους
  • Επιτρέπουμε στο παιδί να συμμετέχει στις εκδηλώσεις πένθους της οικογένειας, μόνο αν το επιθυμεί και αφού το ενημερώσουμε με ακρίβεια για το περιεχόμενο τους
  • Προσπαθούμε να διατηρήσουμε την καθημερινότητα και τις συνήθειες του παιδιού σταθερές, π.χ. κανόνες σπιτιού, όρια, σχολείο, εξωσχολικές δραστηριότητες
  • Επιτρέπουμε στο παιδί να διασκεδάσει όταν το έχει ανάγκη, όπως συνήθιζε πριν την απώλεια του αγαπημένου του προσώπου
  • Προσπαθούμε να διατηρήσουμε ζωντανές τις αναμνήσεις του, με φωτογραφίες, αγαπημένα αντικείμενα, συζητήσεις
  • Αναγνωρίζουμε και αποδεχόμαστε τα συναισθήματά του, υποστηρίζουμε το παιδί σταθερά και του δείχνουμε την αγάπη μας.

Από το βιβλίο: Κουρμούση, Ν. (2015). Βήματα για τη ζωή. Αθήνα: Εκδόσεις Σοκόλη.

Facebook
Twitter

Περισσότερα Γιγαντονέα